Γόρκινγκ Κλας Χίρο #5: Don’t (photo) shoot my pride

Προσπαθώ εδώ και ώρα να αποφασίσω και να θυμηθώ για ποιαν δουλειά που έχω περάσει έστω και λίγο θα μπορούσα να γράψω για το Γόρκινγκ Κλας Χίρο (όχι εγώ, μια φίλη μου) και προσπαθώ να έχω σαν εικόνα την μη χειρότερη, την λίγο καλύτερη, την έτσι και έτσι μα μάταια.

Εκεί λοιπόν που τεντωνόμουν και έβλεπα την γάτα μου επάνω στο γραφείο, μου ήρθε στο μυαλό η πρώτη άσχημη εμπειρία της μικρής Jo, εκεί στον χώρο της φωτογραφίας, εκεί που ήρθε η ώρα να το δει πιο επαγγελματικά.

Πάνε αρκετά χρόνια πίσω, εκεί που η μικρή Jo πάλευε να ασχοληθεί με την φωτογραφία, έψαχνε δουλειά και σου λέει γιατί όχι; Δεν ήταν κάτι που δεν γνώριζε, ίσως ήταν η αρχή, σίγουρα όμως ήθελε να το κάνει για όλη της την ζωή. Οι άνθρωποι δεν είναι όμως πάντοτε καλοί, δεν θέλουν μόνο το καλό σου αλλά και το καλό σου το κορμί, τα μπούτια, την δήθεν τέχνη.

Δυο σκηνικά ίδια περίπτωση. Δεν ξέρω αν αναρωτηθήκατε ποτέ τι σημαίνει πραγματικά τέχνη, ποιος την πουλά και ποιος όντως την κατέχει καλύτερα και τι βρίσκεται στο πετσί του κάθε ένα. Και στις δυο περιπτώσεις η μικρή Jo φοβήθηκε, ίσως γιατί ήταν μικρή, ίσως γιατί το μάτι τους έπαιζε, ίσως γιατί το σάλιο από το στόμα τους έτρεχε όταν σου έκαναν λόγο για γυμνή φωτογράφηση. “Δεν μπορείς να γίνει βοηθός μου αν δεν σου κάνω γυμνή φωτογράφηση και δεν αισθανθείς άνετα”.

Ποτέ μου δεν το κατάλαβα ούτε εγώ μα ούτε και η μικρή Jo. Εκείνη όμως έδωσε μια ευκαιρία στον εαυτό της και βρήκε το θάρρος να τολμήσει… μα και να μετανιώσει.
Ήταν ένα όμορφο ηλιόλουστο πρωινό όταν η αγγελία έπεσε στα μάτια της ‘Βοηθός φωτογράφου με γνώσεις Photoshop’. Για πότε πήρε τηλέφωνο, για πότε έστρωσε τον κώλο της να τα μάθει καλύτερα, ούτε η ίδια θυμάται. Θυμάται μονάχα εκείνον τον τύπο με το σκουρόχρωμο ελαφρώς γκριζαρισμένο μαλλί  και τα τεράστια γυαλιά μυωπίας στο πρόσωπο, εκείνον που το γραφείο του βρισκόταν στο κέντρο της Αθήνας και έπαιρνε τρελά λεφτά από μια φωτογράφηση. Η συνέντευξη είχε πάει καλά αλλά κάτι δεν του έκανε.. ίσως οι γνώσεις της τότε για την φωτογραφία να ήταν λίγες για αυτό που ζητούσε.

argop-015Ο τύπος που έμοιαζε στην ανώμαλη εκδοχή του φωτογράφου και για κανέναν λόγο δεν θα εμπιστευόταν σήμερα, της έδωσε μια ευκαιρία και της ζήτησε το επόμενο πρωινό να φύγουν μαζί για ένα ταξίδι. Σκοπός ήταν η φωτογράφηση ενός ζευγαριού μετά τον γάμο, όπου και την ήθελε σαν βοηθό. Τα έξοδα δικά του και θα διαρκούσε μια ημέρα.

Το μυαλό της έτρεχε, έπαιρνε τέτοιες στροφές που δεν ήξερε τι να κάνει. Απάντησε απλά ΝΑΙ και ετοιμάστηκε για το ξημέρωμα.
Η διαμονή έγινε στο πατρικό σπίτι του φωτογράφου όπου η ίδια δεν είχε πληροφορηθεί παρά μόνον εκείνη την ημέρα. Ευτυχώς για εκείνη το ραντεβού με το ζευγάρι θα γινόταν άμεσα οπότε δεν θα έμεναν και για πολύ οι 2 τους σε εκείνον τον χώρο, που μόνο μια παγωμάρα της πρόσφερε.

Η φωτογράφηση έτσι και έτσι ειδικά όταν έβλεπε τις λήψεις του φωτογράφου που προφανώς όλες ήθελαν επεξεργασία και εκείνη απογοητευόταν, έπαιρνε όμως ιδέες και το θεώρησε καλή ευκαιρία να μάθει. Ντάξει δεν έκανε και πολλά, κρατούσε τον φακό που ήθελε να αλλάζει εκείνος και πότε πότε πεταγόταν να δώσει καμιά ιδέα.

Ο σκοπός τους όμως ολοκληρώθηκε και έμεινε μια ολόκληρη ημέρα για να περάσει μαζί του.

Ο καιρός χάλασε και το σπίτι ήταν η μόνη σπηλιά για τους φυλακίσει, όπως και έγινε. Δύσκολη και κουραστική ημέρα, καθώς ταξίδευαν από το χάραμα. Η μικρή Jo θέλησε να πάει να ξεκουραστεί ή να κρυφτεί μέσα στο υπνοδωμάτιο. Μα δεν έβαλε μπροστά την πέτρα, δεν φυλάκισε απέξω τον εχθρό…και εκείνος ξάπλωσε μαζί της, κάνοντας το σώμα της να παγώσει.

Πόσες μα πόσες στροφές πήρε το μυαλό της δεν πάει ο νους σου. Σαράντα φωνές άκουγε στο κεφάλι της και όλες έλεγαν φύγε, βγες απο την πόρτα και φύγε. Και που να πήγαινε; Λεφτά δεν είχε, σε νησί βρισκόταν, καράβι δεν είχε και το σκοτάδι είχε ήδη κατεβάσει τα φώτα του. Πετάχτηκε όταν ένιωσε το χέρι του να αγγίζει το δικό της και έμεινε στην κουζίνα. Έπρεπε να μιλήσει στο τηλέφωνο ή έστω να κάμει πως μιλά και να δώσει στίγμα σε κάποιον ‘Ναι όλα καλά, είμαι εκεί και θα γυρίσω αύριο’.

my pride

Άνδρες, αν δεν τους κάτσεις, αν δεν χαϊδέψουν τα χέρια σου, τα μπούτια σου, αν δεν γλυστρίσουν ανάμεσα στα καπούλια σου δεν γίνεται, τότε φταις εσύ. Και δεν έχουν άδικο κοριτσάκι μου, τι περίμενες; Πως περίμενες να πάρεις την δουλειά; Δεν είσαι δα και κανά κελεπούρι!

Η ώρα πέρασε, αυτός ξενέρωσε και η μαλαπέρδα του είχε κρυφτεί, μα το βράδυ ήταν μεγάλο..
Η μικρή Jo είχε περάσει πολλά σε δουλειές, δεν θα το ανεχόταν και αυτό. Σήκωσε το φρύδι της, ύψωσε το κοντό της ανάστημα και του ανακοίνωσε πως πάει να κοιμηθεί και πως καλό θα ήταν εκείνος να μείνει αλλού.

Μάτι δεν έκλεισε όλο το βράδυ, κοιτούσε συνεχώς την σκιά από το φως στην πόρτα, άκουγε όλους τους ήχους του σπιτιού και προσπαθούσε να μην κλείσει τα μάτια.

Το πρωινό φάνηκε, τα πράγματα μαζεύτηκαν και η Αθήνα βρέθηκε μπροστά στα μάτια της.

Την δουλειά δεν την πήρε ποτέ, όπως και ποτέ δεν αναζήτησε από άλλον δουλειά…

(Visited 146 times, 1 visits today)

Leave A Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.